Προς αλλαγή τοπίου στις ασφαλιστικές εταιρείες


Τη συγκρατημένη αισιοδοξία τους για τη μεσομακροπρόθεσμη πορεία του κλάδου εκφράζουν στελέχη της ασφαλιστικής αγοράς, παρά τις σημαντικές
επιπτώσεις που έχει επιφέρει στις ασφαλιστικές εταιρείες η τρέχουσα οικονομική κρίση.

Η αλήθεια είναι πως η οικονομική κρίση έπληξε ποικιλοτρόπως την ασφαλιστική βιομηχανία, πέρα από τις βαρύτατες απώλειες που προκάλεσε στις εταιρείες το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων.

Για παράδειγμα, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος περιόρισε τη ζήτηση και οδήγησε πολλούς πελάτες στο να εξαγοράσουν τα συμβόλαιά τους. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι και τα εκατοντάδες χιλιάδες ανασφάλιστα οχήματα.

Σαν να μην έφτανε αυτό, οι εταιρείες υπέστησαν σημαντικές απώλειες από την αδυναμία αρκετών συνεργαζόμενων δικτύων τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. 

Συγκεκριμένα, δεν ήταν λίγα τα πρακτορεία που εισέπραξαν μεν τα ασφάλιστρα από τους πελάτες, αλλά δεν τα απέδωσαν ποτέ στις ασφαλιστικές λόγω οικονομικής αδυναμίας.

Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και μια σειρά προβλημάτων του ασφαλιστικού κλάδου που έρχεται από το παρελθόν, όπως για παράδειγμα το οικονομικό αδιέξοδο του Επικουρικού Ταμείου, η ύπαρξη κάποιων αδύναμων εταιρειώ (από πλευράς φερεγγυότητας), η αδυναμία του κράτους να αποζημιώσει τους ασφαλισμένους της πρώην Ασπίς Πρόνοια κ.λπ. 

Παρ' όλα αυτά, δεν είναι λίγοι οι παράγοντες του κλάδου που βλέπουν αισιόδοξα το μέλλον, κάτω έστω από ορισμένες προϋποθέσεις. 

Πρώτον, γιατί σύμφωνα με αυτούς οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν ξεκινήσει λόγω της οικονομικής κρίσης να υλοποιούν σειρά κινήσεων που θα έπρεπε να είχαν ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια. Ήρθε η ώρα του εξορθολογισμού και της διόρθωσης των λαθών του παρελθόντος, υποστηρίζουν. 

Ήδη, από τη δεκαετία του 1990 πολλοί ήταν εκείνοι που είχαν κρούσει έγκαιρα τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας για τα αρνητικά τεχνικά αποτελέσματα που σημείωναν οι εταιρείες, δηλαδή για τις ζημίες που κατέγραφαν πολλές εταιρείες από την αμιγώς ασφαλιστική τους δραστηριότητα. Όσο όμως (τότε) τα αρνητικά τεχνικά αποτελέσματα (υπερ)καλύπτονταν από τα θετικά αποτελέσματα των επενδύσεων -βλέπε άλλοτε υψηλά επιτόκια κρατικών ομολόγων και άλλοτε μεγάλες αποδόσεις μετοχών- τόσο οι ασφαλιστικές ανέβαλλαν τη λήψη σοβαρών διαρθρωτικών αποφάσεων. 

Γενικότερα, οι άνθρωποι του κλάδου παραδέχονται πλέον την ύπαρξη πολλών λαθών στρατηγικής τις τελευταίες δεκαετίες, μερικά από τα οποία ήταν: 

• Η έμφαση των εταιρειών να «αγοράσουν τζίρο», κερδίζοντας μερίδια αγοράς έναντι πολύ υψηλού κόστους (μεγάλα κόστη πρόσκτησης, ευρύτατα δίκτυα πωλήσεων, προϊόντα που δεν είχαν κατάλληλα τιμολογηθεί κ.λπ.). 

• Η δευτερεύουσα σημασία που έδωσαν οι εταιρείες στη συγκράτηση του λειτουργικού τους κόστους, με αποτέλεσμα οι σχετικοί δείκτες να είναι σαφώς υψηλότεροι σε σχέση με τους αντίστοιχους των εταιρειών του εξωτερικού. 

• Η αναποτελεσματική προσπάθειά τους να περιορίσουν το κόστος παροχής πολλών ασφαλιστικών υπηρεσιών που προσέφεραν, καθώς κατέβαλαν επί χρόνια και χρόνια υπέρογκες δαπάνες τόσο στις ιδιωτικές κλινικές (προγράμματα υγείας), όσο και στα συνεργεία αυτοκινήτων. 

• Η έμφαση που έδειξαν οι εταιρείες κατά διαστήματα στο να επεκταθούν σε δραστηριότητες που δεν γνώριζαν επαρκώς, όπως για παράδειγμα οι επενδυτικές υπηρεσίες, το χρηματιστήριο κ.λπ. 

Αλλαγή πλεύσης

Σήμερα, πάντως, οι διοικήσεις των ασφαλιστικών έχουν δώσει έμφαση στο νοικοκύρεμα του κλάδου. 

Πρώτα απ’ όλα, επέλεξαν να προσφέρουν προϊόντα χαμηλότερης αξίας, προκειμένου οι πελάτες να μπορούν να ανταποκριθούν. Για να το πετύχουν αυτό, συχνά περιόρισαν το περιεχόμενο των ασφαλιστικών καλύψεων, με αποτέλεσμα ο τζίρος τους μεν να πέσει, αλλά το περιθώριο του τεχνικού αποτελέσματος να διευρυνθεί. 

Δεύτερον, έδωσαν έμφαση στον περιορισμό του κόστους πρόσκτησης, άλλοτε προωθώντας προϊόντα μέσω του διαδικτύου και μέσω συνεργαζόμενων τραπεζών, άλλοτε μετατρέποντας τα εσωτερικά δίκτυα σε εξωτερικά και άλλοτε ψαλιδίζοντας τις προμήθειες των ασφαλιστών. 

Τρίτον, μέσα από μια σειρά κινήσεων, οι ασφαλιστικές πετυχαίνουν σταδιακά να μειώνουν τα τιμολόγια που καταβάλλουν τόσο στις ιδιωτικές εταιρείες του κλάδου υγείας (οι τελευταίες πιέζουν τους γιατρούς για χαμηλότερες αμοιβές), όσο και στα συνεργεία επιδιόρθωσης αυτοκινήτων. 

Και τέταρτον, έχουν ωφεληθεί από το γεγονός ότι η μειωμένη κίνηση των τροχοφόρων (οικονομική κρίση) έχει οδηγήσει με τη σειρά της σε μικρότερο αριθμό τροχαίων δυστυχημάτων. 

Αλλαγή τοπίου 

Αν οι ασφαλιστικές εταιρείες καταφέρουν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, μια νέα εποχή φαίνεται να ανοίγει για τον κλάδο. 

Πρώτα απ’ όλα, γιατί θα παραμείνουν στην αγορά μόνο όσες στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα θα έχουν προσαρμόσει στον απαιτούμενο βαθμό τα προϊόντα και τα κόστη τους. 

Δεύτερον, γιατί οι ανακατατάξεις στον τραπεζικό κλάδο θα επηρεάσουν σε σημαντικό βαθμό και τον ασφαλιστικό, οδηγώντας και εδώ σε συγκέντρωση της αγοράς σε λιγότερους (και ισχυρότερους) παίκτες. Ήδη, η σύμπλευση Πειραιώς και ΑΤΕbank φέρνει την ΑΤΕ Ασφαλιστική στον έλεγχο της Πειραιώς, με πρόθεση της τελευταίας να τη ρευστοποιήσει. 

Πέρα όμως από το ζήτημα των τραπεζικών συγχωνεύσεων, έχουμε τράπεζες που δεν θα έλεγαν όχι στη ρευστοποίηση (μερική ή ολική) των ασφαλιστικών τους θυγατρικών (π.χ. Εθνική, Κύπρου, ενδεχομένως Eurobank), αλλά και κάποιες ξένες ασφαλιστικές εταιρείες που εμφανίζονται διατεθειμένες να ενισχύσουν τη θέση τους στην ελληνική αγορά μέσα από εξαγορές, σε περίπτωση βέβαια όπου το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον σταθεροποιηθεί. 

Και τρίτον, γιατί όταν η οικονομία θα αρχίσει να σταθεροποιείται, η ζήτηση για ασφαλιστικά πακέτα υγείας και συνταξιοδότησης θα αυξηθεί σημαντικά, μετά τις πολύ χαμηλότερες παροχές που θα μπορεί να προσφέρει στους δύο αυτούς τομείς το ελληνικό δημόσιο. 

Οι μεγάλες περικοπές στις συντάξεις και στα εφάπαξ που φέρνει το νέο κυβερνητικό πακέτο των (τουλάχιστον) 11,5 δισ. ευρώ, αλλά και το ψαλίδι που πέφτει στις κρατικές δαπάνες για την υγεία είναι προφανές ότι ανοίγουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης στις ιδιωτικές εταιρείες, αρκεί οι τελευταίες να πείσουν το κοινό για τη φερεγγυότητα και τη συνέπειά τους.

Στο μέτωπο των εσόδων από επενδύσεις, η κρίση έφερε μεγάλο περιορισμό, καθώς ένα μεγάλο μέρος των αποθεματικών βρίσκεται πλέον σε χαμηλότοκους τίτλους του εξωτερικού (όσο για τα εγχώρια μετοχικά χαρτοφυλάκια, ούτε λόγος…).

του Στέφανου Κοτζαμάνη 
euro2day.gr